Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2008

ΟΣΦΥΑΛΓΙΑ: Αίτια – Κλινική εικόνα – Αντιμετώπιση.


Ο όρος οσφυαλγία σημαίνει άλγος στην οσφύ, πόνος δηλαδή στη μέση, και δεν είναι πάθηση αλλά σύμπτωμα που υποδηλώνει λειτουργικές διαταραχές που οφείλονται σε κάποια αίτια.

Χαρακτηρίζεται από επώδυνο αίσθημα στην περιοχή της μέσης, που ποικίλλει σε διάρκεια (οξεία ή χρόνια) και σε ένταση (βύθιος έως αφόρητος πόνος). Μπορεί να οφείλεται σε παθήσεις της σπονδυλικής στήλης και των παρακείμενων μυών (σπονδυλαρθρίτιδα, οστεοπόρωση, κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου, διάστρεμμα ή διάταση) ή να αποτελεί εκδήλωση πάθησης κάποιου ενδοκοιλιακού οργάνου (νεφροί, έσω γεννητικά όργανα).

Είναι δυνατό να αποτελεί τη μοναδική εκδήλωση της υποκείμενης διαταραχής ή να συνδυάζεται με άλλα συμπτώματα (περιορισμός της κινητικότητας της σπονδυλικής στήλης, εκδηλώσεις από την πίεση κάποιας νευρικής ρίζας κ.λ.π)

Κλινική εικόνα

Η τυπική εικόνα είναι χαρακτηριστική: Πόνος στη μέση, συνήθως ισχυρός, που αρχίζει συνήθως μετά από μία απότομη κίνηση ή άρση κάποιου βάρους.

Ο πόνος μπορεί να είναι τοπικός ή να αντανακλά στα πόδια οπότε μπορεί να υπάρχει πίεση του ισχιακού νεύρου (ισχιαλγία).
Συχνά επίσης ο πόνος ξεκινά «χωρίς αιτία» και χωρίς ιστορικό τραυματισμού. Άλλοτε πάλι ξεκινά από τη γαστροκνημία (γάμπα) ή το μηρό ή τους γοφούς κι επεκτείνεται στη μέση.
Κατά την κλινική ιατρική εξέταση παρατηρείται συνήθως εξάλειψη της φυσιολογικής λόρδωσης της σπονδυλικής στήλης και αντιαλγική σκολίωση (κλίση σώματος προς τη μία πλευρά λόγω του πόνου που νιώθουμε στην άλλη).

Οι κινήσεις είναι περιορισμένες κι ο πάσχοντας δυσκολεύεται να σκύψει προς τα μπρος και προς τα πλάγια. Οι στροφικές κινήσεις της μέσης δεν προκαλούν, συνήθως, κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα πόνου. Παρατηρείται αυξημένη ευαισθησία στη μέση (προς τους γοφούς), πόνος αν πιεστούν οι γλουτοί και, συνηθέστατα, πόνος κι ευαισθησία στο ένα πόδι.

Σε όλες τις περιπτώσεις υπάρχει μείωση της δύναμης και αδυναμία πραγματοποίησης συγκεκριμένων κινήσεων χωρίς πόνο. Ο πόνος επιδεινώνεται με τον βήχα ή το φτάρνισμα.

Θεραπευτικά μέσα – Αντιμετώπιση
Η θεραπεία οποιουδήποτε προβλήματος στη μέση, προϋποθέτει τον εντοπισμό των αιτιών. Αφού εξακριβωθούν τα αίτια, η θεραπεία πρέπει να είναι απόλυτα εξατομικευμένη, ανάλογα με τα αίτια που προκάλεσαν το πρόβλημα, την ηλικία, την προδιάθεση, τον αριθμό των προηγηθέντων παρόμοιων προβλημάτων, το επάγγελμα και τις καθημερινές δραστηριότητες. Η θεραπεία διακρίνεται σε συντηρητική και σε χειρουργική (στις βαρύτερες περιπτώσεις ή όπου η συντηρητική θεραπεία έχει αποτύχει).

Συντηρητική θεραπεία
Η συντηρητική θεραπεία συνίσταται στην πλειονότητα των περιπτώσεων. Το βασικότερο πρόβλημά της είναι ότι πολλές φορές η κατάσταση υποτροπιάζει και, ίσως, στο τέλος, χρειαστεί και χειρουργική επέμβαση. Η συντηρητική θεραπεία γίνεται με συνδυαστικό τρόπο και μέσα, παρόμοια με αυτά που χρησιμοποιούνται για την αποκατάσταση μετά από χειρουργική επέμβαση. Συνήθως περιλαμβάνει :

Φάρμακα : Για ορισμένες ημέρες ο ασθενής λαμβάνει αναλγητικά και αντιφλεγμονώδη σε συνδυασμό με τοπικές αλοιφές ή θερμοφόρες που μειώνουν τον τοπικό σπασμό. Τα φάρμακα αυτά (απολύτως αναγκαία στις περισσότερες περιπτώσεις) μπορούν να προκαλέσουν προβλήματα στο γαστρεντερικό σύστημα. Η χρήση τους θα πρέπει να συνδυάζεται με την κατάλληλη διατροφή.

Κατάκλιση : Η ανάπαυση παίζει σημαντικό ρόλο. Η παρατεταμένη όμως ανάπαυση μπορεί να δημιουργήσει μυϊκή ατροφία, φοβίες και ψυχολογικά προβλήματα που, τελικά, δυσκολεύουν τη σωστή αποθεραπεία κι αυξάνουν το χρονικό διάστημα που απαιτείται για ανάρρωση. Η κατάκλιση πρέπει να γίνεται μόνον όταν ο πόνος είναι οξύς και πάλι σε συνδυασμό με μεθόδους ανακούφισης από τον πόνο . Όταν ο πόνος είναι ελαφρύς συνίσταται οι αναπνευστικές ασκήσεις και το ελαφρύ περπάτημα αλλά όχι η ορθοστασία, ή η άσκοπη και υπερβολική κούραση.

Ζώνη μέσης: Είναι απαραίτητη αλλά μόνον για μικρό χρονικό διάστημα στα νεαρά άτομα και για λίγο περισσότερο διάστημα στα ηλικιωμένα άτομα. Πρέπει να αφαιρείται κατά την ξεκούραση. Η καθημερινή, μακροχρόνια, χρήση της, μπορεί να προκαλέσει αδυναμία (ατροφία) στους κοιλιακούς και ραχιαίους μύες.

Φυσικοθεραπεία – Κινησιοθεραπεία : Είναι χρήσιμα σε κάθε περίπτωση. Βοηθούν στη μείωση του πόνου, στη βελτίωση της κινητικότητας και της δύναμης και στην σωστή αντίληψη της μηχανικής συμπεριφοράς της σπονδυλικής στήλης στις διάφορες στάσεις και κινήσεις. Περιλαμβάνει τη χρησιμοποίηση φυσικών μέσων (LASER, αναλγητικά ρεύματα, υπερήχους, διαθερμίες, μαλάξεις) καθώς και ένα πρόγραμμα κινησιοθεραπείας με οδηγό σημείο τον πόνο.

Το πρόγραμμα της κινησιοθεραπείας περιλαμβάνει ασκήσεις προοδευτικής δυσκολίας, οι οποίες στοχεύουν στην αύξηση της ελαστικότητας, της δύναμης και της αντοχής των κοιλιακών, των ραχιαίων και των γλουτιαίων μυών γεγονός που οδηγεί στην ανάπτυξη μυϊκής ζώνης στην περιοχή της οσφύος η οποία καλείται ν’ αντεπεξέλθει σε μεγάλα φορτία.

Οι ασθενείς πρέπει ν’ αποφεύγουν να σηκώνουν βαριά αντικείμενα ενώ κρίνεται απαραίτητη η εκπαίδευσή τους στις δραστηριότητες της καθημερινής ζωής.

Βελονισμός: Ο βελονισμός μπορεί να συμβάλλει αποτελεσματικά στην ταχύτερη αποκατάσταση των ασθενών, αρκεί η πρωτοπαθής διαταραχή να μην χαρακτηρίζεται από σοβαρές ανατομικές αλλοιώσεις. Έτσι, στην πλειονότητα των περιπτώσεων οξείας οσφυαλγίας ή ισχιαλγίας που οφείλεται σε τραυματική κάκωση της σπονδυλικής στήλης και των παρακείμενων μυών, σε μικρή πρόπτωση του μεσοσπονδύλιου δίσκου, σε οστεοαρθρίτιδα χωρίς σοβαρές ακτινολογικές αλλοιώσεις, σε ρευματοειδή αρθρίτιδα ή αγκυλοποιητική σπονδυλαρθρίτιδα και σε ασαφείς τύπους της νόσου, ο βελονισμός μπορεί κάλλιστα ως μοναδική θεραπευτική παρέμβαση ή σε συνδυασμό με άλλες κλασσικές τεχνικές, να επιτύχει γρήγορη ανακούφιση από τον πόνο και να επιταχύνει την κινητοποίηση του ασθενή.

Αντίθετα, σε καταστάσεις σοβαρής πρόπτωσης του μεσοσπονδύλιου δίσκου ή σε παρουσία έκδηλης οστεοφυτικής υπερπλασίας με έντονα συμπτώματα πίεσης νεύρων, δεν αναμένονται με το βελονισμό ευνοϊκά αποτελέσματα. Στις περιπτώσεις αυτές, ο βελονισμός απλά μπορεί να αποτελέσει συμπληρωματική αναλγητική μέθοδο, μέχρι τη χειρουργική αποκατάσταση της βλάβης. Ευνόητο είναι πως ο βελονισμός δεν έχει καμιά θέση στη θεραπεία σοβαρών παθήσεων της κοιλιάς ή της σπονδυλικής στήλης παρά μόνο σαν μέθοδος αναλγησίας (λοιμώξεις, νεοπλάσματα), τα οποία και θα πρέπει να διερευνούνται πριν την έναρξη οποιασδήποτε θεραπευτικής παρέμβασης.

Ανάλογα με την παθογένεια της νόσου και την συμπτωματολογία του ασθενή, επιλέγονται τα σημεία βελονισμού. Χρησιμοποιούνται τοπικά και απόμακρα σημεία. Συνήθως οι βελόνες τοποθετούνται, σε τρία ή τέσσερα σημεία που βρίσκονται στην επώδυνη περιοχή και παραμένουν εκεί για τριάντα περίπου λεπτά. Είναι δυνατόν οι βελόνες να συνδεθούν με συσκευή ηλεκτροθεραπείας και να χορηγηθεί ηλεκτρικό ρεύμα ελεγχόμενης συχνότητας και έντασης.

Με τον τρόπο αυτό, αφενός αυξάνει η αναλγητική δράση του βελονισμού με την έκκριση ενδογενών οποιοειδών αναλγητικών πεπτιδίων, αφετέρου επιτυγχάνεται κινητοποίηση των παρασπονδυλικών μυών που βρίσκονται σε σύσπαση. Η κινητοποίηση αυτή λύει το μυϊκό σπασμό, αυξάνει τοπικά την αιμάτωση, απομακρύνει το γαλακτικό οξύ που έχει συσσωρευτεί από την παρατεταμένη μυϊκή σύσπαση και καταστέλλει τη φλεγμονή που εμπλέκεται στη δημιουργία του πόνου.

Η ανταπόκριση στη θεραπεία είναι συνάρτηση τόσο των υποκείμενων ανατομικών αλλοιώσεων όσο και της χρονιότητας της νόσου. Σε οξέα περιστατικά, είναι δυνατό ο ασθενής να κινητοποιηθεί από την πρώτη κιόλας θεραπεία. Αντίθετα, ένα σύνδρομο που διαρκεί αρκετό καιρό και έχει υποβληθεί σε πολυάριθμες θεραπείες, χρειάζεται προσεκτική αντιμετώπιση και περισσότερο χρόνο για αποκατάσταση.

Στην οξεία οσφυαλγία η θεραπεία πρέπει να επαναλαμβάνεται καθημερινά, μέχρι τη μερική βελτίωση των συμπτωμάτων και στη συνέχεια τρεις φορές την εβδομάδα, μέχρι την πλήρη κινητοποίηση του ασθενή (συνήθως στις 15 ημέρες). Στα χρόνια περιστατικά θεωρείται σκόπιμο η θεραπεία να επαναλαμβάνεται δύο φορές την εβδομάδα. Στην περίπτωση αυτή, η βελτίωση των συμπτωμάτων αναμένεται μετά την 5η - 6η συνεδρία και συνολικά μπορεί να απαιτηθούν 15 - 20 συνεδρίες.

Λειτουργική επανεκπαίδευση : Η ειδική αυτή «εκπαίδευση» περιλαμβάνει την εκμάθηση ασφαλών στάσεων και τεχνικών (σωστού τρόπου στάσης, καθίσματος, κίνησης κι άρσης αντικειμένων στην καθημερινή ζωή) και αποβλέπει στο να συμβάλει στην αυτογνωσία της κατάστασης, να περιορίσει τους πόνους και να μειώσει τις πιθανότητες υποτροπής.

Ελάττωση βάρους – Δίαιτα : Στα υπέρβαρα άτομα η μείωση του σωματικού βάρους προκαλεί άμεση ανακούφιση των πόνων. Με τη μείωση του σωματικού βάρους ελαττώνεται η πίεση στους μεσοσπονδύλιους δίσκους και η παραμόρφωση (λόγω του αυξημένου βάρους) των δομών της σπονδυλικής στήλης, με αποτέλεσμα να μειώνεται ο μηχανικός ερεθισμός των σπονδύλων και ο πάσχοντας να ανακουφίζεται από τους πόνους. Ακόμα και μόνον η ελάττωση του σωματικού βάρους, επιφέρει γρήγορα και θεαματικά αποτελέσματα στο 50% των περιπτώσεων.

Αποφυγή άρσεως βαρών : Η άρση βαρών (όχι μόνον των γυμναστικών αλλά και των διαφόρων αντικειμένων που «σηκώνουμε» κατά την καθημερινή μας ζωή) απαγορεύεται μέχρι να σταθεροποιηθεί η κατάσταση, για να αποφευχθεί ο κίνδυνος υποτροπής. Μετά την ενδυνάμωση κοιλιακών και ραχιαίων υπάρχουν ειδικοί τρόποι κι ειδικές ασκήσεις με βάρη που όχι μόνον δεν βλάπτουν, αλλά ισχυροποιούν ακόμα περισσότερο το σώμα κι ειδικά τη μέση. Όταν πρέπει να σηκωθούν αντικείμενα από το έδαφος, καλό είναι να χρησιμοποιηθεί ζώνη για τη μέση, να λυγίζουν τα πόδια, η πλάτη να διατηρείται ευθειασμένη και το βάρος να σηκώνετε κοντά κι όχι μακριά από το σώμα. Το οποιοδήποτε βάρος πρέπει να σηκώνεται με κάμψη των γονάτων κι όχι της μέσης.

Ιαματικά λουτρά - Γυμναστική στην πισίνα : Και τα δύο συστήνονται ανεπιφύλακτα. Ειδικά η γυμναστική στην πισίνα και το κολύμπι είναι πολύ ασφαλή γιατί το σωματικό βάρος στο νερό «μειώνεται» λόγω της άνωσης.

Ειδική γυμναστική : Η ειδική γυμναστική έχει ως στόχο την ισχυροποίηση του μυϊκού συστήματος και τη βελτίωση της κινητικότητας της σπονδυλικής στήλης. Απαιτείται τακτική και συστηματική άσκηση αποφεύγοντας τις υπερβολές. Η άσκηση θα πρέπει να είναι ελαφριά, με μέτρο, κάτω από συνθήκες ασφαλείας, και το πρόγραμμά της να εκπονηθεί μετά από συνεργασία του γυμναστή με ιατρό Φυσικής Ιατρικής και Αποκατάστασης.

Αποφυγή περιττών επιβαρύνσεων κι άσκοπης κούρασης : Να αποφεύγονται τα πολύωρα ταξίδια χωρίς ενδιάμεσες στάσεις, το περπάτημα σε ανώμαλο δρόμο ή ανηφόρα, το τζόκινγκ σε τσιμέντο ή άσφαλτο ή ανώμαλο δρόμο, τα έντονα σπορ, τα σπορ με βίαιες επαφές και το ανεβοκατέβασμα σκάλας. Κατά τη διάρκεια παρατεταμένων σωματικών δραστηριοτήτων, πρέπει να χρησιμοποιούνται ίσια παπούτσια, να αποφύγετε η υγρασία και τα ρεύματα αέρος και τα ρούχα να είναι πάντα στεγνά.

Σεξουαλικές πρακτικές : Κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής ο πόνος «σκεπάζεται» κι αυτό μπορεί να προκαλέσει επιβαρύνσεις και προβλήματα που δεν γίνονται αμέσως αντιληπτά. Εφαρμόστε στάσεις και τεχνικές που δεν σας επιβαρύνουν ιδιαίτερα και δεν προκαλούν πόνο.

Εναλλακτικές μέθοδοι θεραπείας : Η χειροπρακτική η ομοιοπαθητική και το μασάζ, έχει αναφερθεί ότι μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά το πρόβλημα, αρκεί να χρησιμοποιηθούν ως μέρος ενός ευρύτερου προγράμματος αποκατάστασης και πρόληψης της υποτροπής κι όχι μόνα τους ως αποκλειστικό μέσο θεραπείας.

Χειρουργική θεραπεία
Η χειρουργική επέμβαση είναι αναπόφευκτη σε ορισμένες βαριές περιπτώσεις. Χειρουργική θεραπεία χρειάζονται όσοι:
· Ακολούθησαν συντηρητική θεραπεία για δύο μήνες που δεν απέδωσε.
· Οι ασθενείς που έχουν επανειλημμένες υποτροπές.
· Σε κεντρική μαζική πρόπτωση που συνοδεύεται από ορθοκυστικές διαταραχές (σύνδρομο ιππούριδας).

· Όταν η οξεία φάση του προβλήματος συνοδεύεται από σοβαρά νευρολογικά φαινόμενα (π.χ. αδυναμία άσκησης ελέγχου στα πόδια και κυρίως στα πέλματα).
Συνήθως με την εγχείρηση αφαιρείται ο πηκτοειδής πυρήνας που προβάλλει κι έτσι αποσυμπιέζεται η αντίστοιχη ρίζα. Η εγχείρηση έχει ικανοποιητικά αποτελέσματα εφόσον γίνει σωστά και με την προϋπόθεση ότι ο ασθενής θα ακολουθήσει «ευλαβικά» το ειδικό πρόγραμμα μετεγχειρητικής αποκατάστασης (φυσιοθεραπεία, κινησιοθεραπεία, ειδική γυμναστική, αποφυγή βλαπτικών στάσεων και συνηθειών).

Άρθρο από τον Γκατζούνη Θεόδωρο MSc, Φυσίατρο, μετεκπαιδευθείς στον Βελονισμό, Ωτοθεραπεία - Ωτοβελονισμό, Μεσοθεραπεία, Εξουσιοδοτημένος Docente di Formazione (Καθηγητής Ωτοθεραπείας – Ωτοβελονισμού) από την GSATN Italy

Βιβλιογραφία:
  1. Nogier P. Auricolotherapy to Auricolomedicine. Sainte-Ruffine, France: Maisonneuve; 1983.
  2. Yeh, C.-H., Chien, L.-C., Chiang, Y.-C., & Huang, L.-C. (2012). Auricular Point Acupressure for Chronic Low Back Pain: A Feasibility Study for 1-Week Treatment. Evidence-Based Complementary and Alternative Medicine : eCAM, 2012, 383257. http://doi.org/10.1155/2012/383257Asher G. N., Jonas D. E., Coeytaux R. R., Reilly A. C., Loh Y. L., Motsinger-Reif A. A., Winham S. J. Auriculotherapy for pain management: a systematic review and meta-analysis of randomized controlled trials. Journal of Alternative and Complementary Medicine. 2010;16(10):1097–1108. doi: 10.1089/acm.2009.0451. [PMC free article] [PubMed] [Cross Ref]
  3. Haker E, Egekvist H, Bjerring P. Effect of sensory stimulation (acupuncture) on sympathetic and parasympathetic activities in healthy subjects. J Auton Nerv Syst. 2000;79:52–9. [PubMed]
  4. World Health Organization . WHO Report of the Working Group on Auricular Nomenclature. Lyon, France: World Health Organization; 1990.
  5. Asher G. N., Jonas D. E., Coeytaux R. R., Reilly A. C., Loh Y. L., Motsinger-Reif A. A., Winham S. J. Auriculotherapy for pain management: a systematic review and meta-analysis of randomized controlled trials. Journal of Alternative and Complementary Medicine. 2010;16(10):1097–1108. doi: 10.1089/acm.2009.0451. [PMC free article] [PubMed] [Cross Ref]
  6. Gary N. Asher et al, Auriculotherapy for Pain Management: A Systematic Review and Meta-Analysis of Randomized Controlled Trials. J Altern Complement Med. 2010 Oct; 16(10): 1097–1108. doi: 1089/acm.2009.0451. PMCID: PMC3110838
  7. Οι εικόνες προέρχονται από τα https://pixabay.com/, https://www.pexels.com/ με δωρεάν άδεια CC0 Public Domain και από την προσωπική συλλογή του Ιατρού Γκατζούνη Θεόδωρου.


Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2008

ΑΛΛΕΡΓΙΚΗ ΡΙΝΙΤΙΔΑ

Η αλλεργική ρινίτιδα είναι ένα νόσημα το οποίο απασχολεί πάρα πολύ κόσμο γύρω στο 10% στη χώρα μας, και σύμφωνα με έρευνες 50.000.000 σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Η εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα είναι μια συχνή πάθηση που προκαλείται από αλλεργία σε διάφορα αλλεργιογόνα. Τα αλλεργιογόνα αυτά μπορεί να είναι η γύρη που αιωρείται από δέντρα, λουλούδια, χόρτα, γρασίδια ή ακόμη από αγριόχορτα. Επίσης τα αλλεργιογόνα μπορεί να είναι σπόρια από μύκητες. Η γύρη αποτελείται από μικροσκοπικά κύτταρα των φυτών που κάνουν λουλούδια. Η γύρη και τα σπόρια σε ορισμένες εποχές του χρόνου, ιδιαιτέρως την άνοιξη, βρίσκεται σε αφθονία στον αέρα.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ

Τα εισπνεόμενα αλλεργιογόνα είναι εκείνα που κατά κύριο λόγο ευθύνονται για την αλλεργική ρινίτιδα. Στα μικροσκοπικά αυτά, αερομεταφερόμενα σωματίδια περιλαμβάνονται οι γύρεις, τα σπόρια των μυκήτων, τα επιθήλια και τα τριχώματα των παραγωγικών και των κατοικιδίων ζώων και τα ακάρεα ( μικροσκοπικά έντομα ) της οικιακής σκόνης. Στους χώρους διαβιώσεως των χαμηλών κοινωνικο-οικονομικών στρωμάτων, τα ούρα των ποντικών και τα παράγωγα των κατσαριδών (κόπρανα, δέρματα, αυγά, σίελος) αποτελούν τις κύριες πηγές των αλλεργιογόνων της σκόνης.

Τα αλλεργιογόνα τροφικής προέλευσης (γάλα, αυγά, φιστίκια, δημητριακά, ψάρια, ροδάκινα, μπαχαρικά κ.ά) παίζουν λιγότερο σημαντικό ρόλο στην αιτιολογία της αλλεργικής ρινίτιδας, πλην όμως θα πρέπει να λαμβάνονται υπ' όψη, ιδίως σε νεαρά παιδιά. Αντανακλαστικοί μηχανισμοί και συναισθηματικές επιδράσεις από το κεντρικό νευρικό σύστημα σχετίζονται με τη ρινική λειτουργία.

Οι Holmes και συν. αναφέρουν οκτώ παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν σε αγγειακή διόγκωση και απόφραξη των ρινικών αεραγωγών:
 αναπνευστικές λοιμώξεις,
 εισπνοή ερεθιστικών σκονών ή χημικών ατμών,
 έντονες οσμές και λαμπερά φώτα,
 ψύχρανση της επιφάνειας του σώματος,
 έμμηνος ρύση και εγκυμοσύνη,
 σεξουαλική διέγερση, και
 καταστάσεις που προκαλούν άγχος, δυσαρέσκεια και απογοήτευση.

ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΗΜΕΙΑ

Στα τυπικά συμπτώματα της εποχιακής αλλεργικής ρινίτιδας περιλαμβάνονται η ρινική συμφόρηση ή απόφραξη, το υδαρές ρινικό έκκριμα, οι παροξυσμικοί πταρμοί και ο κνησμός της ρινός μετά από έκθεση σε γνωστό αλλεργιογόνο. Μερικοί ασθενείς παραπονούνται για κνησμό στο φάρυγγα ή την υπερώα. Η παροχέτευση του περιεχομένου της ρινός στο φάρυγγα έχει ως αποτέλεσμα τις συχνές προσπάθειες καθαρισμού του φάρυγγα (ξηρός χαρακτηριστικός βήχας ή βραχνάδα). Συχνά την αλλεργική ρινίτιδα συνοδεύουν πονοκέφαλοι, άλγος υπεράνω των παραρρινικών κόλπων, υποτροπιάζουσα επίσταξη, γενικευμένη αδυναμία και καταβολή, ανοσμία και μερικές φορές απώλεια της αίσθησης της γεύσης.

Η κλασική εικόνα της αλλεργικής ρινός διαπιστώνεται κατά την κλινική εξέταση: διογκωμένες, υγρές, ωχρές ρινικές κόγχες καλυπτόμενες από στίλβον, διαυγές, ορώδες ή υδαρές έκκριμα. Περιστασιακά όμως και μετά παρέλευση αρκετών ημερών το έκκριμα μπορεί να γίνει παχύρρευστο και υποκίτρινο. Στη περίπτωση αυτή θα πρέπει να τεθεί η υπόνοια της επιλοίμωξης ( μικροβιακής λοίμωξης ).

Στην εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα τα συμπτώματα αρχίζουν την άνοιξη (περίοδος ανθοφορίας) και συνεχίζονται μέχρι τους μήνες Ιούνιο έως Αύγουστο, ανάλογα με τη φύση των αλλεργιογόνων γύρεων (δένδρα, αγρωστώδη, ζιζάνια) και των κλιματολογικών συνθηκών. Η "καθ'όλον το έτος" (perennial) αλλεργική ρινίτιδα χαρακτηρίζεται από διαλείπουσα ή συνεχή ρινική συμπτωματολογία, που είναι το αποτέλεσμα αλλεργικής αντίδρασης χωρίς εποχιακή κατανομή.

Aπό μελέτες έχει διαπιστωθεί ότι πυκνότητα γυρεοκόκκων από 1-10/κυβικό μέτρο αέρος δεν προκαλεί συμπτώματα ενώ 11-25 γύρεις/κυβικό μέτρο προκαλούν συμπτώματα στο 50% των ευαισθήτων ατόμων. Αντίθετα, πυκνότητα 25 και άνω γυρεοκόκκων ανά κυβικό μέτρο, προκαλούν συμπτώματα στο σύνολο σχεδόν των αλλεργικών ασθενών.

Διαφορική διάγνωση.

Οι ασθενείς με παθήσεις της ρινός προσέρχονται συνήθως για εξέταση αιτιώμενοι ρινική απόφραξη και ή ρινόρροια, συμπτώματα που είναι δυνατόν να οφείλονται σε λοιμώδη αλλά και μη λοιμώδη αίτια.

Λοιμώδεις ρινίτιδες: Πρόκειται συνήθως για οξείες, ιογενούς αιτιολογίας λοιμώξεις παρά το γεγονός ότι ενίοτε επιπλέκονται από δευτερογενή βακτηριδιακή λοίμωξη και καταλήγουν σε οξεία βακτηριδιακή παραρρινοκολπίτιδα. Χαρακτηρίζονται από αίσθημα καύσου, ερυθρότητα του ρινικού βλεννογόνου και πυώδες έκκριμα. Αντίθετα, η χρόνια ρινίτιδα μπορεί να οφείλεται σε λοίμωξη από συγκεκριμένο μικροοργανισμό.

Η ατροφική ρινίτιδα χαρακτηρίζεται από προοδευτική ατροφία του βλεννογόνου και επικάλυψη των υποκειμένων κογχών από παχύρρευστο βλέννη που ξηραίνεται σχηματίζουσα εφελκίδες και αναδύουσα χαρακτηριστική οσμή. Η κατάσταση αυτή μπορεί να είναι απότοκος χρόνιας λοίμωξης αλλά ενίοτε είναι και το αποτέλεσμα της χειρουργικής παρέμβασης που στοχεύει στη βελτίωση της βατότητας των αεραγωγών.

Μη-αλλεργικές, μη-λοιμώδεις ρινίτιδες: Η ανατομική και μηχανική απόφραξη μπορεί να προκαλέσει ρινική απόφραξη και λόγω κατακράτησης των εκκρίσεων να επέλθει φλεγμονή και εκδήλωση συμπτωματολογίας ρινίτιδας.

Ρινίτιδες με υποκείμενη ανατομική βλάβη: Η ατρησία των χοανών, όταν είναι αμφοτερόπλευρη, γίνεται εύκολα αντιληπτή κατά τις πρώτες ώρες μετά τον τοκετό από την αδυναμία του νεογνού να θηλάσει και αντιμετωπίζεται χειρουργικά τις πρώτες 48 ώρες. Αντίθετα η ετερόπλευρη ατρησία μπορεί να διαλάθει της προσοχής και έχουν περιγραφεί περιπτώσεις ενηλίκων με την εν λόγω ανατομική βλάβη.

Οι αδενοειδείς εκβλαστήσεις ( αμυγδαλές ) ενίοτε προκαλούν αποφρακτική συμπτωματολογία στα μικρά παιδιά. Εχουν επίσης ενοχοποιηθεί ως συμμετέχουσες στη πρόκληση μέσης ορώδους ωτίτιδας και για περιπτώσεις υποτροπιαζουσών λοιμώξεων του μέσου ωτός. Η σκολίωση του ρινικού διαφράγματος προκαλεί ρινική απόφραξη σε πολλές περιπτώσεις ενώ αρκετά συχνά αποκλείει την παροχέτευση των κόλπων όταν είναι εκσεσημασμένη και πιέζει την μέση κόγχη. Η ανωμαλία αυτή διορθώνεται χειρουργικά.

Απόφραξη της ρινός μπορούν να προκαλέσουν και οι ρινικοί πολύποδες (καλοήθεις και κακοήθεις) παρά το γεγονός ότι το αίτιο πρόκλησής τους δεν είναι πάντοτε γνωστό.

Η ενσφήνωση ξένου σώματος στους ρώθωνες, ιδίως στα παιδιά, μπορεί να προκαλέσει αυξημένη ρινόρροια μετά πάροδο ολίγων ημερών. Τέλος, την κρανιοεγκεφαλική κάκωση μπορεί ενίοτε να συνοδεύει και εκροή εγκεφαλονωτιαίου υγρού, συνήθως ετερόπλευρη και η οποία χρήζει επείγουσας νευροχειρουργικής αντιμετώπισης.

Ογκοι: Οι όγκοι της μύτης και των παραρρινικών κόλπων είναι ευτυχώς σπάνιοι και προκαλούν ρινική απόφραξη, βλεννώδη ρινόρροια και άλγος στο πρόσωπο.

Ρινική υπεραντιδραστικότητα: Ορισμένα άτομα έχουν ρινικούς βλεννογόνους που αντιδρούν σε αδρότατα ερεθίσματα. Ο υπεραντιδραστικός βλεννογόνος μπορεί να οφείλεται σε λοίμωξη και πολλοί είναι οι ασθενείς που συνδέουν την έναρξη των συμπτωμάτων τους με κάποια ιογενή λοίμωξη των ανωτέρων αναπνευστικών οδών παρά το γεγονός ότι σε μεγάλο αριθμό ασθενών το συγκεκριμένο αίτιο απουσιάζει. Η συστηματική χορήγηση φαρμάκων (π.χ. αποσυμφορητικών) για καταστάσεις που έχουν σχέση με παθήσεις της ρινός μπορεί να προκαλέσει αντίδραση, που να υποδύεται την αλλεργική ρινίτιδα.

Η αγγειοκινητική ρινίτιδα παραμένει ακόμη και σήμερα "διάγνωση εξ αποκλεισμού", ενώ ο εναλλακτικός όρος "μη αλλεργική μη φλεγμονώδης ρινίτιδα" περιγράφει σαφέστερα την πάθηση.

Ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η επί μακρόν έκθεση σε αγχωτικές καταστάσεις έχει σαν αποτέλεσμα την ανεπάρκεια του υποθαλαμικού ελέγχου στην νεύρωση από το συμπαθητικό που οδηγεί σε ανισορροπία του αυτονόμου νευρικού συστήματος προκαλώντας έτσι την πάθηση.

ΕΠΙΠΛΟΚΕΣ

Η αμιγής εποχιακή αλλεργική ρινίτιδα συνοδεύεται από ελάχιστες επιπλοκές. Αντίθετα, στα άτομα με ολοετή ρινίτιδα αλλεργικού και μη-αλλεργικού τύπου, είναι δυνατόν να παρατηρηθούν υποτροπιάζουσες λοιμώξεις των ανωτέρων αναπνευστικών οδών, ωτίτιδες και παραρινοκολπίτιδες. Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις το εξωγενές άσθμα αποτελεί φυσική συνέχεια της αλλεργίας του ανώτερου αναπνευστικού.

Ορώδης μέση ωτίτιδα: Η ορώδης μέση ωτίτιδα μπορεί κατά τη χρόνια διαδρομή της, ιδίως στα παιδιά, να επιφέρει απώλεια της ακοής και διαταραχές στην ανάπτυξη της ικανότητας για ομιλία, γνώση και αντίληψη των πραγμάτων. H αιτιολογία της είναι περίπλοκη και πολυπαραγοντική ενώ η συσχέτισή της με αλλεργικά νοσήματα είναι εισέτι αντιφατική.

Παραρρινοκολπίτιδες: Στη συμπτωματολογία της παραρινοκολπίτιδας στα παιδιά περιλαμβάνεται το χρόνιο ρινικό έκκριμα, ο επίμονος βήχας (ιδίως κατά τη νύκτα) και η υποτροπιάζουσα μέση ωτίτιδα ενώ οι κεφαλαλγίες και ο πυρετός είναι τα κύρια αναγνωριστικά σημεία της νόσου στους ενήλικες. 10% περίπου του συνόλου των περιπτώσεων η ιγμορίτιδα είναι οδοντικής προελεύσεως λόγω της στενής γειτονίας της άνω γνάθου και των ιγμορίων άντρων. Η διάγνωση γίνεται ακτινογραφικά, με τη βοήθεια υπερήχων και με αξονική ή μαγνητική τομογραφία. Γενικά η διαδρομή των λοιμώξεων είναι μακροχρόνια, ενώ φαίνεται ότι υπάρχει φαύλος κύκλος μεταξύ των αλλεργικών συμπτωμάτων και της φλεγμονώδους συμπτωματολογίας.

Εξωγενές Βρογχικό άσθμα: Υπάρχουν έντονες επιδημιολογικές συσχετίσεις μεταξύ της αλλεργικής ρινίτιδας και του βρογχικού άσθματος (6-38%). Η βρογχική υπεραντιδραστικότητα αποτελεί σταθερό χαρακτηριστικό του άσθματος και συχνά συνοδεύει την αλλεργική ρινίτιδα. Ορισμένοι εκτιμούν ότι οι ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα και βρογχική υπεραντιδραστικότητα είναι εκείνοι που κινδυνεύουν περισσότερο να εκδηλώσουν στη συνέχεια άσθμα.


ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ

Ο στόχος της θεραπείας των ασθενών με αλλεργική ρινίτιδα είναι η επίτευξη της μέγιστης συμπτωματικής ανακούφισης με όσο το δυνατόν λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες. Η πλέον πρακτική και αποτελεσματική θεραπευτική αντιμετώπιση στηρίζεται στην αποφυγή των αλλεργιογόνων και την ανακούφιση των συμπτωμάτων με φάρμακα. Η αποφυγή της έκθεσης σε συγκεκριμένα αλλεργιογόνα είναι μια απλή και αποτελεσματική μέθοδος, αν και μερικές φορές είναι δύσκολη η εφαρμογή της εξ αιτίας του αερομεταφερόμενου των γύρεων, της καθημερινής παρουσίας της σκόνης στο σπιτικό περιβάλλον και του εμπλουτισμού της σκόνης από μύκητες που αφθονούν στο περιβάλλον. Τα ανωτέρω από μόνα τους ή σε συνδυασμό με τις σύγχρονες συνθήκες κατοικίας και διαβίωσης καθιστούν την αποφυγή του υπεύθυνα αλλεργιογόνου, μια ιδιαίτερα πολύπλοκη και δυσχερή υπόθεση.


Τα άτομα εκείνα που δεν ανταποκρίθηκαν με επιτυχία στη φαρμακοθεραπεία, εμφάνισαν διάφορες ανεπιθύμητες ενέργειες από τα φάρμακα ή δεν κατέστη εφικτή η αποφυγή των αλλεργιογόνων τα οποία κατά κύριο λόγο ευθύνονται για τα αλλεργικά συμπτώματα, θα πρέπει να παραπέμπονται στον αλλεργιολόγο προκειμένου μετά από προσεκτική εκτίμηση της κατάστασής τους, να υποβληθούν σε θεραπεία ειδικής απευαισθητοποιήσεως (ανοσοθεραπεία).

Tα νεώτερα δεδομένα συνηγορούν υπέρ της κατά το δυνατόν ενωρίτερον έναρξης της ανοσοθεραπείας ενώ αρκετοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι με τη βοήθειά της μπορεί να προληφθεί η εξέλιξη της ρινίτιδος σε άσθμα. Μερικές περιπτώσεις ρινίτιδας ανθεκτικών στη φαρμακοθεραπεία έχουν αντιμετωπιστεί χειρουργικά με ηλεκτροπηξία (με διπολικό ρεύμα υψηλής συχνότητας) της κάτω ρινικής κόγχης, με κρυο-χειρουργική και με κατωτέρα κογχεκτομή.


Οι επεμβάσεις αυτές είναι αρκετά επώδυνες και αιματηρές, ενώ η εφαρμογή τους σε παιδιά είναι δυσχερής. Εχουν αναφερθεί αρκετές περιπτώσεις επιτυχούς χρησιμοποίησης των ακτίνων laser στην αντιμετώπιση της αλλεργικής ρινίτιδας. Σε όλα όμως τα περιστατικά η μέθοδος που εφαρμόστηκε (laser turbinectomy) είχε σαν στόχο την ελάττωση του μεγέθους των υπερπλαστικών κάτω ρινικών κογχών.

Τα laser διοξειδίου του άνθρακα κ.α., χρησιμοποιούνται θεραπευτικά σε περιπτώσεις αλλεργικής ρινίτιδας με το σκεπτικό ότι η αλλεργική αντίδραση θα μπορούσε να ανασταλεί. Η μέθοδος εφαρμόστηκε με επιτυχία και εμφανίζει ορισμένα πλεονεκτήματα όπως το ότι γίνεται με τοπική αναισθησία, δεν απαιτεί νοσοκομειακή νοσηλεία, είναι ανώδυνη και καθόλου αιματηρή, ενώ ενδείκνυται ιδιαιτέρως σε περιπτώσεις παιδιών με αλλεργική ρινίτιδα. Γενικά η χειρουργική θεραπεία πρέπει να διενεργείται μόνο σε επιλεγμένες περιπτώσεις και όταν υπάρχουν συγκεκριμένες ενδείξεις. Επί αποτυχίας της φαρμακοθεραπείας επιχειρείται η χειρουργική προσπέλαση του προβλήματος με στόχο την επίτευξη καλύτερου αερισμού και επαρκούς κολπικής παροχέτευσης. Όταν όμως δεν επακολουθεί η κατάλληλη ειδική θεραπεία, τα καλά αποτελέσματα είναι προσωρινά.

Βελονισμός: Ο βελονισμός είναι δυνατό να μειώσει την ένταση των συμπτωμάτων, τη διάρκεια τους και να αυξήσει το διάστημα μεταξύ των παροξυσμών.

Οι συνεδρίες βελονισμού επαναλαμβάνονται 1 με 2 φορές την εβδομάδα μέχρι την ύφεση των συμπτωμάτων. Εφόσον υπάρχει εποχιακή κατανομή της νόσου, είναι σκόπιμο να επαναληφθεί το θεραπευτικό πρωτόκολλο πριν την εμφάνιση των συμπτωμάτων, με λιγότερες όμως συνεδρίες Βελονισμού. Τα συστηματικά χορηγούμενα αντιϊσταμινικά δεν επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα του Βελονισμού, σε αντίθεση με τα τοπικά εισπνεόμενα κορτικοειδή, τα οποία είναι δυνατόν να επιβραδύνουν την εμφάνιση του βελονιστικού αποτελέσματος. Σε καμία πάντως περίπτωση, φάρμακα που χορηγούνται από μακρού δεν διακόπτονται απότομα. Οποιαδήποτε προοδευτική μείωση της δόσης των φαρμάκων που λαμβάνει ο ασθενής, γίνεται πάντα με την σύμφωνη γνώμη του θεράποντος ιατρού και με γνώμονα την κλινική βελτίωση του ασθενή.

Σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να ωφελήσει και η ανοσοθεραπεία ή να προβούμε σε χειρουργικές επεμβάσεις αν συνυπάρχει στραβό ρινικό διάφραγμα και μόνιμη υπερτροφία ρινικών κογχών ή πολύποδες.


Συμπεράσματα


Η αλλεργική ρινίτιδα είναι αποτέλεσμα γενετικής και περιβαλλοντικής επίδρασης. Η θεραπεία της βασίζεται στην αποφυγή των αλλεργιογόνων (π.χ. να χρησιμοποιούμε ειδικά υποαλλεργικά σεντόνια και μαξιλαροθήκες, να σκουπίζουμε με ηλεκτρική σκούπα συχνά την κρεβατοκάμαρα), και στην κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή (χάπια και ρινικά σπρέι). Πολύ χρήσιμες στην αντιμετώπιση είναι και καθώς και με άλλες θεραπευτικές μέθοδοι, όπως η ομοιοπαθητική και ομοτοξικολογία και ο βελονισμός.

Καλό είναι να τονίσουμε ότι, η αλόγιστη και για μακρύ χρονικό διάστημα, χρήση αποσυμφορητικών σπρέι στη μύτη καταστρέφει τον ρινικό βλεννογόνο με πολύ δυσάρεστες συνέπειες για την υγεία μας. Άρα δεν πρέπει να πέφτουμε στον πειρασμό να χρησιμοποιούμε τα σπρέι που διαφημίζονται ακόμη και στην τηλεόραση χωρίς να συμβουλευτούμε τον ωτορινολαρυγγολόγο που θα κάνει τη διάγνωση και θα συστήσει τη σωστή θεραπεία.
Τα άτομα εκείνα που δεν ανταποκρίθηκαν με επιτυχία στη θεραπεία, θα πρέπει να παραπέμπονται στον αλλεργιολόγο προκειμένου να υποβληθούν σε θεραπεία ειδικής απευαισθητοποιήσεως (ανοσοθεραπεία).
Συμπερασματικά η αλλεργική ρινίτιδα λοιπόν είναι μια πολύ συχνή πάθηση που ταλαιπωρεί χιλιάδες συνανθρώπους μας, και όχι μόνο την άνοιξη, αλλά με την κατάλληλη αγωγή μπορεί να αντιμετωπιστεί και να βελτιώσει την καθημερινή ποιότητα ζωής.